Την Τρίτη 31 Ιανουαρίου, κατέθεσε ο εν διαστάσει σύζυγος της Ρούλας Πισπιρίγκου, Μάνος Δασκαλάκης, στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο για την υπόθεση δολοφονίας της 9χρονης κόρης τους. Ειδικότερα, ο κ. Δασκαλάκης μίλησε για την προσωπική και οικογενειακή τους ζωή, λέγοντας ότι: "Συνάψαμε γρήγορα μια σχέση, αποφασίσαμε να κάνουμε ένα παιδί. Ήρθε στη ζωή μας η Τζωρτζίνα το 2013. Ήμασταν πολύ χαρούμενοι. Η κατηγορουμένη ήταν πολύ καλή μητέρα, τουλάχιστον αυτό μας έδειχνε σε όλους. Αποκτήσαμε μετά τη Μαρία - Ελένη, η οποία απεβίωσε το 2019 μέσα στο νοσοκομείο. Μετά από ένα χρόνο, η κατηγορουμένη έμεινε έγκυος στο τρίτο μας παιδί που απεβίωσε στις 21.3. 22. Σε εκείνη την περίοδο, πριν αποβιώσει το βρέφος μας, υπήρξε τσακωμός με την κατηγορουμένη.
Ανακάλυψα μια εξωσυζυγική σχέση, δημιουργήθηκε τσακωμός λεκτικός. Περιληπτικά να σας πω ότι σε εκείνο τον τσακωμό ήταν μπροστά η Τζωρτζίνα. Μου επιτέθηκε λεκτικά. Πήρα την Τζωρτζίνα στο δωμάτιο. Βγήκα εκτός εαυτού και της έδωσα ένα χαστούκι. Έφυγα από το σπίτι και πληροφορούμαι ότι στις 1.30 τα ξημερώματα το βρέφος μας έχει μείνει, είχε παγώσει. Πήγα στο σπίτι μας και βρήκα το παιδί μου παγωμένο. Βρήκα την κατηγορουμένη να κάνει μαλάξεις. Και η αδελφή της να είναι πάνω. Και η κόρη μου η Τζωρζίνα ήταν στο δωμάτιο εκεί. Πήγαμε στο νοσοκομείο μέχρι που μας ανακοίνωσαν οι γιατροί ότι και το βρέφος απεβίωσε. Ακούστηκε ότι κάναμε μήνυση. Ήρθε ένας αστυνομικός και μας ρώτησε πιστεύετε ότι υπάρχει κάποιος υπεύθυνος για το θάνατο του παιδιού; Πήρα τα πρωτοβουλία εγώ και έκανα μήνυση κατά παντός υπευθύνου. Οι καταθέσεις μας είναι ίδιες. Και έτσι δημιουργήθηκε αυτεπάγγελτα μια έρευνα για τη Μαλένα. Οπότε δεν έγινε καμία μήνυση.
Μετά το θάνατο της Ίριδας και μετά τον τσακωμό με την κατηγορουμένη επέστρεψα στο σπίτι για να είμαι δίπλα στο παιδί μου, ως όφειλα να κάνω. Σε συζητήσεις με την κατηγορουμένη είπαμε για το θέμα της εξωσυζυγικής της σχέσης. Γύρισε και μου είπε θέλω να μείνεις εδώ για μένα. Ξαναέφυγα. Ακούστηκε πριν ότι δεν είχε αφήσει ποτέ τα παιδιά και ότι ήταν πάντα παρούσα. Δέχθηκα ένα μήνυμα στις 6.4.2021 που μου έλεγε να προσέχεις το παιδί σε αγαπάω πολύ. Εκείνη τη στιγμή ενημέρωσα τους συγγενείς της γιατί πήγε το μυαλό μου σε αυτοκτονία. Εγώ είμαι οδηγός και ήμουν ταξίδι στην Αθήνα. Ενημέρωσα τους συγγενείς της για να τη βρουν, δεν ήταν στο σπίτι. Μετά από ώρες έμαθα ότι ήταν κλεισμένη σε ένα ξενοδοχείο. Το παιδί το είχε αφήσει στη μητέρα της. Αρά δεν ισχύει αυτό που λέγεται. Καθώς έφτανα στην Πάτρα, το παιδί το πήρε μια στενή μας φίλη. Του είπαν ως δικαιολογία ότι η μαμά πάει να φτιάξει τα νύχια. Την επόμενη ημέρα πήγα να δω την κόρη μου. Είχα ενημερώσει το δικηγόρο μου και δεν έκανα κάποια κίνηση να την πάρω για να μη θεωρηθεί αρπαγή ανηλίκου.
Την επόμενη ημέρα που είχαμε ραντεβού με τους δικηγόρους για το διαζύγιο και με ενημέρωσε η κατηγορουμένη ότι το παιδί έχει μια βόμβα στην πλάτη και πως έχει σπασμούς. Μου είπε ότι της ζήτησε το ίδιο το παιδί να πάει στο νοσοκομείο. Επισκέφτηκα το παιδί στο νοσοκομείο και οτιδήποτε τη ρωτούσα κοίταζε τη μητέρα της. Με την Τζωρτζίνα είχα ιδιαίτερη σχέση, είχε τεράστια αδυναμία σε εμένα. Ήταν πρωτόγνωρο αυτό που είδα. Δεν υπήρχε περίπτωση να μη με πάρει αγκαλιά να μη μου πει μπαμπά μου. Ποτέ. Λόγω covid στο νοσοκομείο έμεινε μόνο η κατηγορουμένη. Τις επόμενες ημέρες, ενώ είχα αρνητικό τεστ, οι γιατροί δε με άφηναν να μπω. Έβαλα το δικηγόρο μου να μιλήσει με το δικηγόρο της για να μπορέσω να δω το παιδί μου. Μια ημέρα πριν την ανακοπή με πήρε η κατηγορουμένη και πήγαμε μαζί να κάνουμε μια ακτινογραφία. Την Κυριακή το πρωί πήγα να την αλλάξω να ξεκουραστεί λίγο, όπως και έγινε. Το παιδί ήταν ψυχολογικά πεσμένο, όντως έπεφτε το οξυγόνο. Σε καμία περίπτωση οι γιατροί δε μας είπαν ότι όλο αυτό μπορεί να δημιουργήσει ανακοπή.
Το μεσημέρι δέχομαι τηλέφωνο από κατηγορουμένη η οποία μου είπε: Τρέξε γρήγορα έπαθε ανακοπή. Πήγα είδα τους γιατρούς να της κάνουν ΚΑΡΠΑ. Μετά από 2 θανάτους, βλέποντας αυτό, χάνεις τη γη κάτω από τα πόδια σου. Την επανέφεραν μετά από 55 λεπτά. Την πήγανε στη ΜΕΘ και την ανέλαβε ο κ. Ηλιάδης ο οποίος έκανε ό,τι καλύτερο μπορούσε. Το παιδί επανήλθε όντας τετραπληγικό. Βάλαμε μετά απινιδωτη στο Ωνάσειο και πήγαμε στο σπίτι. Σαν μάνα αυτό που έδειχνε προς όλους ήταν υπόδειγμα. Δεν άφηνε τα παιδιά απεριποίητα ποτέ. Ήταν συνέχεια πάνω τους καταπάνω τους. Γυρίσαμε στο σπίτι μετά τη ΜΕΘ και μιλήσαμε και είπαμε ότι θα είμαστε από κοινού μαζί μόνο για το καλό του παιδιού μας. Στις 15.1.22 της ανακοινώνω ότι καλύτερα είναι να είμαστε χωριστά και για το καλό του παιδιού ενωμένοι, παρά να μένουμε στο ίδιο σπίτι και να κοροϊδευόμαστε.
Στις 17 η κόρη μου είχε προγραμματισμένη εξέταση. Δέχθηκαν μια βιντεοσκόπηση από την κατηγορουμένη με επεισόδιο επιληπτικής κρίσης στην Τζωρτζίνα. Της είπα δείξτο στους γιατρούς. Το παιδί συνέχιζε να κάνει εμετούς και εισήχθη στο Ρίο. Εμείς επιμέναμε να πάει στη ΜΕΘ. Ο κ. Ηλιάδης μας είπε ότι η κλινική είναι για τέτοια περιστατικά. Πήγε στα εξωτερικά ιατρεία έκανε επεισόδια. Στο ένα από αυτά τα επεισόδια ήμουν μπροστά. Κατέβηκε μια γιατρός από τη ΜΕΘ με την οποία τσακώθηκα κιόλας, γιατί μας είπε ότι το παιδί δεν έχει τίποτα. Πήγε στη ΜΕΘ και ο κ. Ηλιάδης μας είπε ότι η Τζωρτζίνα έκανε επεισόδια μόνο στη ΜΕΘ και όχι στο δωμάτιό της. Μας είπε να ψαχτεί το παιδί περαιτέρω να πάει στο Αγλαΐα Κυριακού, να εξεταστεί από εγκεφαλογράφο όπως και έγινε. Ο εγκεφαλογράφος δεν έδειξε τίποτα. Το παιδί ενώ ήταν μια χαρά στη ΜΕΘ. Επικοινωνούσε και καταλάβαινε τα πάντα, γέλαγε με όλα τα αστεία, έβλεπε τηλεόραση. Στο Αγλαΐα Κυριακού το παιδί κατάπεσε τελείως. Ειδικά την τελευταία μέρα δεν μπορούσε να ανοίξει τα μάτια του καθόλου. Στις 29 του μήνα και καθώς είχα προγραμματίσει να ανέβω στην Αθήνα να τη δω, ήμουν στο λεωφορείο στην περιοχή του Κιάτου και με πήρε τηλέφωνο η κατηγορουμένη και μου είπε ότι είναι οι γιατροί μέσα και προσπαθούν να επαναφέρουν το παιδί. Αυτά είναι συνοπτικά τα πράγματα μέχρι και τον θάνατο της Τζωρτζίνας μου. Η κατηγορουμένη δε μου είχε δώσει το παραμικρό δικαίωμα ότι μπορεί να είχε κάνει κάτι στα παιδιά μου και έχοντας δυο ιατροδικαστικές στα χέρια μας δεν μπορούσε να μου περάσει ποτέ από το μυαλό.
Τη στήριξα μέχρι και την ημέρα της σύλληψής της. Όταν άρχισαν τα κανάλια η κατηγορουμένη ήταν συνεχώς στα τηλέφωνα με δημοσιογράφους. Ρώταγε συνεχώς έναν συγκεκριμένο αν έχει επαφές με τον κ. Χασιώτη, αν ο κ. Μπουζιάνης του έχει πει τίποτα και πότε θα βγουν τα αποτέλεσμα των τοξικολογικών. Ο πατέρας μου καθ’ όλη τη διάρκεια ήταν δίπλα της. Ένα απόγευμα του είπε επιθετικά για να μη με κατηγορήσουν θα τον πάρω μαζί μου, δε θα το αφήσω έτσι να το ξέρετε. Έκανε και ένα άλλο τηλεφώνημα. Πήρε τηλέφωνο τη θεία μου στην Αθήνα και της λέει πείτε του να πάρει τον Κούγια, εγώ θα πράξω αλλιώς. Όλο το διάστημα που εγώ τη στήριζα αυτή απειλούσε συγγενείς μου, χωρίς να το ξέρω, και μέσα από τις φυλακές επικοινωνούσε με τη θεία μου και ρώταγε τι κάνει ο Μάνος και που είναι ο Μάνος αντί να ψάξει από τι πέθαναν τα παιδιά μας".